Η Επιχειρησιακή Έρευνα στον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο, του Γιάννη Κ. Χρονόπουλου (Historical Quest)

Για τον φίλο της Ιστορίας του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου, το θέμα που πραγματεύεται το βιβλίο αυτό είναι -εν μέρει- οικείο όσο και ταυτόχρονα… άγνωστο!

Οικείο διότι όλοι μας έχουμε διαβάσει για τις επιμέρους ενότητες που αναλύονται υπό το πρίσμα της επιχειρησιακής έρευνας: τη Μάχη της Αγγλίας, του Ατλαντικού και τον στρατηγικό αεροπορικό βομβαρδισμό της Γερμανίας.

Χάρη στην ανάπτυξη ειδικών ομάδων επιχειρησιακής έρευνας, οι Βρετανοί κατόρθωσαν να μην κάνουν τα τραγικά λάθη του Γκαίρινγκ και άλλων Γερμανών επιτελών του στρατού και του ναυτικού.

Για παράδειγμα ήξεραν πόσες Μοίρες μαχητικών έπρεπε να έχουν ετοιμοπόλεμες για να αντιμετωπίσουν επιτυχώς τις επιθέσεις της Luftwaffe υπό διάφορες συνθήκες και παραμέτρους, συνδυάζοντας αντίπαλες ποσότητες, στατιστικές απώλειες, βαθμό αναπλήρωσης, δυναμικότητα εργοστασίων, αποστάσεις αεροδρομίων, τεχνική συντήρηση, ανεφοδιασμό/επανεξοπλισμό αεροσκαφών, ανάγκες επαρκούς εκπαίδευσης, εξέλιξη του ραντάρ αεράμυνας, κλπ.

Ετσι ο Winston Churchill πχ. ήξερε ότι έπρεπε να αντισταθεί στις αγωνιώδεις εκκλήσεις των Γάλλων, έτσι ώστε να μην σταλούν πολλά βρετανικά καταδιωκτικά ως βοήθεια κατά τη Μάχη της Γαλλίας, διότι μετά τις αναμενόμενες απώλειες η αεράμυνα της Αγγλίας (όταν θα ερχόταν αναπόφευκτα η σειρά της) θα ήταν διάτρητη και ευάλωτη. Οι Γάλλοι δεν είχαν κάνει καμμία τέτοια μελέτη και στην κρίσιμη στιγμή η άμυνά τους κατέρρευσε σαν χάρτινος πύργος, παρόλο που σε προγενέστερο χρόνο διέθεταν ακόμα και υπεροπλία έναντι των Γερμανών, σε πολλούς τομείς. Δεν αξιοποίησαν όμως τίποτα, ούτε καν την περίφημη γραμμή Maginot, και, όπως οι Γερμανοί αργότερα, έκαναν τραγικά λάθη και παραλείψεις στρατηγικού και τακτικού χαρακτήρα. Όταν ρώτησε ο Churchill κατά την επίσκεψή του στον Gamelin, στις 16 Ιουνίου 1940, πόσες στρατηγικές εφεδρείες υπήρχαν διαθέσιμες για να αντιμετωπίσουν τις βαθειές πλέον γερμανικές διεισδύσεις των Panzer, η απάντηση του αρχιστράτηγου τον άφησε στήλη άλατος: «Καμία!»

Oι Βρετανοί είχαν στείλει ήδη τέσσερις Μοίρες αεροσκαφών και θα έστελναν ενισχυτικά άλλες έξι, αφήνοντας στο δικό τους έδαφος 25 Μοίρες αναχαίτησης. Ηταν το ελάχιστο (υπολογισμένο επακριβώς) όριο. Αν έμεναν λιγότερες η Μάχη της Αγγλίας που ακολούθησε θα ήταν πιθανότατα η Ηττα της Αγγλίας. Ο Churchill, στο σημείο αυτό, δεν κουραζόταν να επαναλαμβάνει ότι στην κρίσιμη αρχική περίοδο του Πολέμου (1939 – 1941), η Αγγλία πολεμούσε απελπιστικά μόνη της και ανέτοιμη σε πολλούς τομείς, λόγω της ολιγωρίας πολιτικών τύπου Champerlain. Στον Churchill επίσης οφείλεται σε μεγάλο βαθμό η αξιοποίηση επιστημόνων (και ερευνητών του ιδιωτικού τομέα) από την ανώτατη διοίκηση και ιδιαίτερα από το Ναυαρχείο, κόντρα σε ορισμένους σκληροπυρηνικούς ανώτατους αξιωματικούς που δεν ήθελαν «παρείσακτους» να λαμβάνουν πρωτοβουλίες αμφισβητώντας την εξουσία τους.

Στο βιβλίο εξετάζονται και άλλες πτυχές της βρετανικής αεράμυνας, όπως τα επίγεια συστήματα ραντάρ, τα συστήματα IFF, νυκτερινής δίωξης, κλπ.

Σε χωριστό κεφάλαιο αναλύεται ο ρόλος των γερμανικών υποβρυχίων και οι τρόποι αντιμετώπισής τους. Ο συγγραφέας μας εξηγεί πως οι Βρετανοί επιστήμονες αξιοποίησαν τα στατιστικά δεδομένα των νηοπομπών, μειώνοντας τις απώλειές τους, σταδιακά, αλλάζοντας παραμέτρους, όπως το μέγεθος, η ταχύτητα και η προστασία της νηοπομπής με συνοδά πλοία και με ανθυποβρυχιακά/αναγνωριστικά αεροσκάφη μεγάλης εμβέλειας, αλλά και με την αξιοποίηση του ραντάρ στη θάλασσα.

Ο συγγραφέας τονίζει ιδιαίτερα την αναμενόμενη σύγκρουση των συντηρητικών ανώτατων αξιωματικών με τους κατά φύσιν προοδευτικούς επιστήμονες και το πώς οι πρώτοι εμπόδιζαν τους δεύτερους να εφαρμόσουν τα ευρήματά τους στην πράξη (πχ. τη συμβουλή να παράγονται περισσότερα ανθυποβρυχιακά αεροπλάνα παρά βομβαρδιστικά μακράς εμβελείας). Η εξέλιξη του Πολέμου δικαίωσε πολλές φορές τα ευρήματα των επιστημόνων και εξέθεσε τις αποτυχημένες επιλογές ανώτατων αξιωματικών, απρόθυμων συνήθως να υιοθετήσουν διαφορετικές πρωτοβουλίες που ήταν έξω από το γνωστικό τους πλαίσιο.

Οι συγκρούσεις αυτές κορυφώθηκαν στον τομέα του αεροπορικού στρατηγικού βομβαρδισμού της Γερμανίας, που αποδείχθηκε -σε μεγάλο βαθμό- ως αποτυχία, ειδικά όσον αφορά τους βρετανικούς νυκτερινούς βομβαρδισμούς πόλεων, λόγω της ψυχωτικής εμμονής του επικεφαλής διοίκησης βομβαρδιστικών Arthur Harris στο carpet bombing (μαζικό και τυφλό, χωρίς ακρίβεια βομβαρδισμό/εμπρησμό αστικών περιοχών και συνεπώς αμάχων), πυροδοτώντας επικρίσεις που συνεχίζονται ως τις μέρες μας και φτάνουν τα όρια των λεγόμενων συμμαχικών εγκλημάτων πολέμου (Δρέσδη). Ο Ηarris μάλλον «διασώθηκε» χάρη στην ταυτόχρονη προσπάθεια των Αμερικανών, οι οποίοι όμως βομβάρδιζαν με το φώς της ημέρας, κυρίως όχι πόλεις, αλλά εργοστάσια και στρατηγικούς στόχους, χρησιμοποιώντας σκοπευτικά ακριβείας με αναλογικό υπολογιστή (Νorden bombsight). Θα ήταν ενδιαφέρον αν σε κάποιο επόμενο βιβλίο ο συγγραφέας μας έδινε και το «αμερικανικό παράδειγμα»…

Τελικά…

Για να κατακτηθεί η νίκη στον πόλεμο δεν αρκούν τα όπλα, οι στρατοί και οι στρατιωτικοί ηγέτες. Απαιτείται η συνολική και μαζική κινητοποίηση της κοινωνίας και της οικονομίας μίας χώρας, δηλαδή όλες οι παραγωγικές δυνάμεις της. Στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, στο πλευρό των στρατιωτών, των ναυτών και των αεροπόρων της Βρετανίας βρέθηκαν επιστήμονες από όλους τους κλάδους. Χωρίς την ανεκτίμητη βοήθειά τους δεν θα είχαν επικρατήσει οι Σύμμαχοι. Με όπλα τους την ευφυΐα τους, τις μαθηματικές εξισώσεις, τους διαβήτες, τους χάρακες και τα μοιρογνωμόνια και πάνω από όλα την ηθική ευσυνειδησία τους, οι επιστήμονες της Βρετανίας ανέπτυξαν αποτελεσματικές πολεμικές μεθόδους και τακτικές, συνέβαλαν στη χάραξη της στρατηγικής, εξέλιξαν την πολεμική τεχνολογία σε υψηλά επίπεδα.

Η εισαγωγή της Επιστήμης στη διαδικασία λήψης αποφάσεων, παρά τις εσωτερικές συγκρούσεις και διαφορές, ήταν αυτή που συνέβαλε αποφασιστικά στη νίκη των Βρετανών -και κατ’επέκταση των Συμμάχων- σε αντίθεση με την πλήρη αποτυχία του αντίστοιχου επιστημονικού δυναμικού στην πολύ πιο σκληροπυρηνική δικτατορική Γερμανία, η οποία παρά την τεχνολογική της υπεροχή δεν κατάφερε να αξιοποιήσει αυτήν την κρίσιμη παράμετρο και να την μετατρέψει σε νίκη.

Πέρα από την αναμφισβήτητη ιστορική του αξία, το βιβλίο αυτό αποτελεί μια αφετηρία μελέτης διαχρονικών δεδομένων προβλημάτων που παραμένουν ατόφια, και ακόμα πιο διογκωμένα και πολύπλοκα, στις μέρες μας.

Στο τέλος του βιβλίου υπάρχει παράρτημα με ενδιαφέρουσες βιογραφίες σημαντικών Βρετανών επιστημόνων που αναφέρονται στο κείμενο και πλούσια βιβλιογραφία.

Συνιστάται ανεπιφύλακτα! Θα το βρείτε στην ιστοσελίδα της Historical Quest, εδώ, και στη λίστα των συνεργαζόμενων βιβλιοπωλείων που επίσης δημοσιεύεται δίπλα από την παρουσίαση του βιβλίου.

 

Τίτλος: Η ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΙΑΚΗ ΕΡΕΥΝΑ ΣΤΟΝ Β’ ΠΑΓΚΟΣΜΙΟ ΠΟΛΕΜΟ

Υπότιτλος: To Bρετανικό Παράδειγμα

ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΕΚΔΟΣΗΣ

Συγγραφέας: Γιάννης Χρονόπουλος

Εκδόσεις Historical Quest: Χρυσηΐδος 66, Ίλιον, Αθήνα, ΤΚ. 131 22

Τηλ: 2102611832

ΣΕΙΡΑ: Β’ ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΣ ΠΟΛΕΜΟΣ

Υπεύθυνος 'Έκδοσης: Γιάννης Χρονόπουλος

Επιμέλεια Έκδοσης: Γιάννης Χρονόπουλος

Σελίδες: 204, χαρτί chamois 80 gr.,

1 έγχρωμη & 63 ασπρόμαυρες εικόνες,

Αρχική Τιμή: 12,60€

Διαστάσεις: 14 x 20 εκατοστά

ISBN: 978-618-5088-36-1

Έτος Έκδοσης: Αθήνα, Σεπτέμβριος 2017